Confirme στα ελληνικά
Μετάφραση: confirme, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- confirmar στα ελληνικά - επιβεβαιώνω, επικυρώνω, βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, ...
- confirmação στα ελληνικά - επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση
- confiscar στα ελληνικά - δημεύω, κατάσχω, κατάσχουν, κατασχέσει, κατάσχει, δημεύσει, κατασχέσουν
- confiscação στα ελληνικά - σπασμός, αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, κατάσχεση, δήμευση, δήμευσης, τη δήμευση, ...
Τυχαίες λέξεις
Confirme στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Μεταφράσεις: επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε