Contaminar στα ελληνικά

Μετάφραση: contaminar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μολύνω, μιαίνω, μολύνουν, μολύνει, να μολύνουν, να μολύνει, μολύνουν τα
Contaminar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • contagem στα ελληνικά - σκορ, σκοράρω, εικοσαριά, μετρώ, κόμης, υπολογίζω, αρίθμηση, ...
  • contagiar στα ελληνικά - μόλυνση, λοίμωξη, μολύνω, μολύνουν, μολύνει, να μολύνει, να μολύνουν, ...
  • contaminação στα ελληνικά - μόλυνση, μίασμα, μόλυνσης, ρύπανση, η μόλυνση, τη μόλυνση
  • contar στα ελληνικά - κόμης, μετρώ, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
Τυχαίες λέξεις
Contaminar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μολύνω, μιαίνω, μολύνουν, μολύνει, να μολύνουν, να μολύνει, μολύνουν τα