Μιαίνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μιαίνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contaminar, poluir, poluem, polui, polua
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μιαίνω
μιαίνω αρχικοί χρόνοι, μιαίνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μιαίνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μηχανισμός στα πορτογαλικά - mecanismo, mecanismo de, mecanismos
- μηχανουργός στα πορτογαλικά - maquinista, Operador, Machinist, mecânico, Operário
- μιζέρια στα πορτογαλικά - miséria, miserável, pobreza, derrame, sofrimento, a miséria, infelicidade, ...
- μικραίνω στα πορτογαλικά - diminua, amainar, acanhar, menos, dimensão, abreviar, falta, ...
Τυχαίες λέξεις
Μιαίνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: contaminar, poluir, poluem, polui, polua
Μεταφράσεις: contaminar, poluir, poluem, polui, polua