Controlar στα ελληνικά

Μετάφραση: controlar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξουσιάζω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Controlar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • contristar στα ελληνικά - θλίβομαι, θρηνήσει, θρηνήσουν, λυπάστε, θλίβονται
  • controlador στα ελληνικά - ελεγκτής, ελεγκτή, ελέγχου, υπεύθυνος, ρυθμιστή
  • controle στα ελληνικά - αντεπεξέρχομαι, έλεγχος, διοίκηση, εξουσιάζω, καταφέρνω, διευθύνω, ελέγχου, ...
  • controvérsia στα ελληνικά - γέρνω, διαφωνία, λογομαχία, επιχείρημα, διαμάχη, αμφισβήτηση, αντιπαράθεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Controlar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξουσιάζω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της