Curto στα ελληνικά

Μετάφραση: curto, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λίγο, μικρός, έλλειψη, πρόσκαιρος, προσωρινός, κοντός, σύντομος, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Curto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • curso στα ελληνικά - χαϊδεύω, χτύπημα, ταξιδεύω, εγκεφαλικό, πιάτο, πλεύση, σουλατσάρω, ...
  • curtir στα ελληνικά - μαυρίζω, βυρσοδεψώ, μαύρισμα, καφετί, απολαμβάνω, απολαύσετε, απολαύσουν, ...
  • curva στα ελληνικά - φιόγκος, καμπυλώνω, κόμπος, κρεμάω, βουλιάζω, μαξιλάρι, τόξο, ...
  • curvar στα ελληνικά - γέρνω, τόξο, καμπυλώνω, φιόγκος, καμπυλώνεται, μαξιλάρι, καμπύλη, ...
Τυχαίες λέξεις
Curto στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λίγο, μικρός, έλλειψη, πρόσκαιρος, προσωρινός, κοντός, σύντομος, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής