Dedicar στα ελληνικά
Μετάφραση: dedicar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, συμπεραίνω, αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε
Μεταφράσεις
- decrépito στα ελληνικά - αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενικός, υπέργηρος, εξαθλιωμένο, εξαθλιωμένη, ετοιμόρροπη, ...
- dedal στα ελληνικά - αραιός, λιγνός, ψιλός, αραιώνω, δακτυλήθρα, φυσιγγίου, δαχτυλήθρα, ...
- dedo στα ελληνικά - τέλος, περατώνω, τερματισμός, τελειώνω, δάκτυλο, δάχτυλο, δάχτυλό, ...
- deduza στα ελληνικά - θεωρώ, συμπεραίνω, κρίνω, εκπίπτω, συνάγω, εκπίπτει, εκπέσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Dedicar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε