Demarcar στα ελληνικά
Μετάφραση: demarcar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, περιστέλλω, οριοθετούν, οριοθέτηση, οριοθετήσει, οριοθετήσουν, οριοθετηθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demanda στα ελληνικά - απαίτηση, ζητώ, απαιτώ, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, ...
- demandar στα ελληνικά - ζητώ, απαίτηση, απαιτώ, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, ...
- demasiadamente στα ελληνικά - επίσης, υπερβολικά, υπέρμετρα, είναι υπερβολικά, υπερβολική
- demasiado στα ελληνικά - επίσης, πάρα πολύ, πολύ, πάρα, υπερβολικά
Τυχαίες λέξεις
Demarcar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, περιστέλλω, οριοθετούν, οριοθέτηση, οριοθετήσει, οριοθετήσουν, οριοθετηθούν
Μεταφράσεις: περιορίζω, περιστέλλω, οριοθετούν, οριοθέτηση, οριοθετήσει, οριοθετήσουν, οριοθετηθούν