Dilapidado στα ελληνικά
Μετάφραση: dilapidado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιμελής, εργατικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- digno στα ελληνικά - τραυματίζω, άξιος, τραυματισμός, τραύμα, επιβλητικός, αξιοπρεπής, λαβώνω, ...
- dilacerar στα ελληνικά - σκίζω, σχίζω, δάκρυ, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί
- dilapidar στα ελληνικά - τετράγωνο, καταδαπανώ, πλατεία, κατασπαταλώ, διασπαθίζω, σπαταλώ, κατεπειρώ
- diligente στα ελληνικά - ενεργός, ακμαίος, δραστήριος, επιμελής, εργατικός, επιμελή, επιμελούς, ...
Τυχαίες λέξεις
Dilapidado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιμελής, εργατικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες
Μεταφράσεις: επιμελής, εργατικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες