Escalonar στα ελληνικά

Μετάφραση: escalonar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόγραμμα, προγραμματίζω, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Escalonar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • escalde στα ελληνικά - κλιμάκωση, ζεματίζω, κλίμακας, κλίμακα, λέπι, χλωμιάζω, αποχρωματίζω, ...
  • escaler στα ελληνικά - βάρκα, Jolly, ευχάριστα, Το Jolly, κεφάτος, χαρωπός
  • escalão στα ελληνικά - διάβημα, βήμα, βηματίζω, στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, σταδίου
  • escama στα ελληνικά - λέπι, κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Τυχαίες λέξεις
Escalonar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόγραμμα, προγραμματίζω, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά