Evacue στα ελληνικά
Μετάφραση: evacue, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκενώνω, αποφεύγω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- europeu στα ελληνικά - εκκενώνω, Ευρωπαϊκό, Ευρωπαϊκή, Ευρωπαϊκής, Ευρωπαϊκού, Ευρωπαϊκών
- evacuar στα ελληνικά - ελλειπτικός, ελαττωματικός, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
- evada-se στα ελληνικά - evada
- evadir στα ελληνικά - αποφεύγω, αποφύγει, να αποφύγει, αποφύγουν, διαφεύγουν, αποφεύγουν
Τυχαίες λέξεις
Evacue στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκενώνω, αποφεύγω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
Μεταφράσεις: εκκενώνω, αποφεύγω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί