Fiscalizar στα ελληνικά
Μετάφραση: fiscalizar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποπτεύω, ανασκόπηση, επιζώ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, επιτηρώ, έλεγχος, καρέ, επιθεωρώ, μελέτη, έρευνα, σταματώ, εξουσιάζω, επιβλέπω, επαληθεύω, εποπτεύει, επιβλέπει, εποπτεύουν, επιβλέπουν, επίβλεψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- firme στα ελληνικά - εταιρία, στάβλος, στερεός, σταθερός, συμπαγής, εδραίος, εταιρεία, ...
- firmemente στα ελληνικά - πρώτος, πλακάκι, σφιχτός, σφίγγω, σφικτά, κεραμίδι, στενός, ...
- fita στα ελληνικά - παράσημο, μετάλλιο, στολισμός, ρύζι, εκδύω, γυμνώνω, κορδέλα, ...
- fixar στα ελληνικά - αποφασίζω, φτιάχνω, υπολογίζω, καθορίζω, προσδιορίζω, καθορίσει, διορθώσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Fiscalizar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποπτεύω, ανασκόπηση, επιζώ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, επιτηρώ, έλεγχος, καρέ, επιθεωρώ, μελέτη, έρευνα, σταματώ, εξουσιάζω, επιβλέπω, επαληθεύω, εποπτεύει, επιβλέπει, εποπτεύουν, επιβλέπουν, επίβλεψη
Μεταφράσεις: εποπτεύω, ανασκόπηση, επιζώ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, επιτηρώ, έλεγχος, καρέ, επιθεωρώ, μελέτη, έρευνα, σταματώ, εξουσιάζω, επιβλέπω, επαληθεύω, εποπτεύει, επιβλέπει, εποπτεύουν, επιβλέπουν, επίβλεψη