Involuntário στα ελληνικά

Μετάφραση: involuntário, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένωση, σωματειακός, ακούσιος, ακούσια, ακούσιες, ακούσιας, ακουσίων
Involuntário στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • investir στα ελληνικά - εξουσιοδοτούμαι, διορίζομαι, επενδύω, επενδύσει, επενδύουν, επενδύσουν, επενδύει, ...
  • invocar στα ελληνικά - μπλέκω, εμπλέκω, περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, επικαλούνται, επικαλεστεί, ...
  • invoque στα ελληνικά - περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, μπλέκω, εμπλέκω, επικαλούνται, επικαλεστεί, ...
  • invólucro στα ελληνικά - φάκελος, θήκη, περίβλημα, περιβλήματος, θήκης, κέλυφος
Τυχαίες λέξεις
Involuntário στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένωση, σωματειακός, ακούσιος, ακούσια, ακούσιες, ακούσιας, ακουσίων