Κορεσμός στα αγγλικά
Μετάφραση: κορεσμός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
saturation, surfeit, repletion, satiety, saturation of, saturated
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: κορεσμός
satiety
- κορεσμός
- μπόχα
- χορτασμός
- κόρεση
- πλήρωση
- κορεσμός
- κόρος
- κορεσμός
- διάβρεξη
- μούσκευμα
- κόρος
- κόρος
- κορεσμός
Σχετικές λέξεις: κορεσμός
κορεσμός ρήμα, κορεσμός οξυγόνου φυσιολογικές τιμές, κορεσμός τρανσφερρίνης, κορεσμος συνώνυμα, κορεσμός χρώματος, κορεσμός λεξικό γλώσσας αγγλικά, κορεσμός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κορδέλα στα αγγλικά - ribbon, headband, band
- κορδόνι στα αγγλικά - shoelace, cord, string, lace, cordon
- κορμοράνος στα αγγλικά - cormorant, great cormorant, cormorant is
- κορμοστασιά στα αγγλικά - poise, build, Build, posture, stature, Body
Τυχαίες λέξεις
Κορεσμός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: saturation, surfeit, repletion, satiety, saturation of, saturated
Μεταφράσεις: saturation, surfeit, repletion, satiety, saturation of, saturated