Nuclear στα ελληνικά

Μετάφραση: nuclear, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυρηνικός, ατομικός, πυρηνικών, πυρηνικής, πυρηνική, πυρηνικό
Nuclear στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • noção στα ελληνικά - αντίληψη, ιδέα, έννοια, έννοιας, άποψη
  • nu στα ελληνικά - ονομάζω, όνομα, γυμνός, ονομασία, τσίτσιδος, γυμνό, γυμνή, ...
  • numa στα ελληνικά - πραγματάκι, σε, στο, στην, στη, στον
  • numerar στα ελληνικά - νοσοκόμα, αριθμός, βάγια, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
Τυχαίες λέξεις
Nuclear στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυρηνικός, ατομικός, πυρηνικών, πυρηνικής, πυρηνική, πυρηνικό