Ocultar στα ελληνικά
Μετάφραση: ocultar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρύβω, απόκρυφος, κρύβομαι, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
Μεταφράσεις
- ocorrência στα ελληνικά - συγκυρία, περίπτωση, τύχη, ευκαιρία, πιθανότητα, περιστατικό, συμβάν, ...
- oculista στα ελληνικά - οπτικός, οπτικών ειδών, οπτικών, οπτικό, οπτικού
- ocupado στα ελληνικά - απασχολημένος, πολυάσχολη, απασχολημένοι, πολυσύχναστο, πολυάσχολο
- ocupar στα ελληνικά - παίρνω, συμβαίνω, καταλαμβάνω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Ocultar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρύβω, απόκρυφος, κρύβομαι, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
Μεταφράσεις: κρύβω, απόκρυφος, κρύβομαι, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν