Pátio στα ελληνικά
Μετάφραση: pátio, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυλή, χασμουριέμαι, δικαστήριο, προαύλιο, χασμουρητό, ερωτοτροπώ, πλακόστρωτη εσωτερική αυλή, αίθριο, βεράντα, patio
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pároco στα ελληνικά - εφημέριος, εφημέριο, Βικάριος, Vicar, ο Βικάριος
- pássaro στα ελληνικά - πουλί, κόμματος, πτηνών, πουλιών, των πτηνών, πτηνό
- pânico στα ελληνικά - τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, λαχανιάζω, πανικός, πανικού, πανικό, ...
- pântano στα ελληνικά - έλος, βάλτος, μαζεύω, τέλμα, βάλτο, βάλτου
Τυχαίες λέξεις
Pátio στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυλή, χασμουριέμαι, δικαστήριο, προαύλιο, χασμουρητό, ερωτοτροπώ, πλακόστρωτη εσωτερική αυλή, αίθριο, βεράντα, patio
Μεταφράσεις: αυλή, χασμουριέμαι, δικαστήριο, προαύλιο, χασμουρητό, ερωτοτροπώ, πλακόστρωτη εσωτερική αυλή, αίθριο, βεράντα, patio