Λέξη: μαθηματικός

Σχετικές λέξεις: μαθηματικός

μαθηματικός διαγωνισμός 2014, μαθηματικός διαγωνισμός μικρός ευκλείδης 2014, μαθηματικός περιηγητής, μαθηματικός διαγωνισμός, μαθηματικός διαγωνισμός δημοτικού, μαθηματικός διαγωνισμός καγκουρό 2014, μαθηματικός προγραμματισμός, μαθηματικός λογισμός, μαθηματικός εγγραμματισμός, μαθηματικός λογισμός σε επιχειρησιακά προβλήματα

Μεταφράσεις: μαθηματικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mathematician, mathematical, a mathematician, a mathematical, mathematics
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
matemático, el matemático, matemática, matemático de, matemáticos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mathematiker, Mathematiker, Mathematikers, Mathematikerin
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mathématicien, le mathématicien, mathématicienne, mathématique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
matematico, matematica, il matematico, matematico di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
matemático, matemática, o matemático, matemático de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mathematicus, wiskundige, de wiskundige, een wiskundige
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
математик, математиком, математика, математику
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
matematiker, matematikeren
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
matematiker, matematikern, mathematician, mathematicianen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
matemaatikko, matemaatikon, matemaatikkona
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
matematiker, matematikeren, matematiker fra
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
matematik, matematikem, matematika
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
matematyka, matematyk, matematykiem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
matematikus, matematikusnak, mathematician, matematikust
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
matematikçi, bir matematikçi, matematikçisi, matematikçiydi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
математично, математик, математика
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mathematikan, matematikan, matematikan i, matematikani, matematicien
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
математик, математика
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
матэматык
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
matemaatik, matemaatiku
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
matematičar, matematičara, matematičaru, matematièar, matematičarka
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stærðfræðingur, stærðfræðingurinn, stærðfræðingur til
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
matematikas, Matematika, matematyk, matematiko
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
matemātiķis, matemātiķa, matemātiķe
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
математичар, математичарот, математичарка, Кар
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
matematician, matematicianul, matematicianului, mathematician
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
matematik, matematika, matematiku
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
matematik, matematika

Στατιστικά δημοτικότητας: μαθηματικός

Τυχαίες λέξεις