Prender στα ελληνικά
Μετάφραση: prender, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδέω, κρατώ, φτιάχνω, χόνδρος, κωλυσιεργώ, αμπάρι, παρακωλύω, λίπος, αιχμαλωτίζω, χοντρός, αιχμαλωσία, κατάσχω, καταλαμβάνω, επισυνάπτω, συλλαμβάνω, σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prenda στα ελληνικά - λίπος, χοντρός, χόνδρος, δώρο, δώρων, δώρου, το δώρο, ...
- prende dor στα ελληνικά - αρπάζω, πιάνω, κατέχει, κρατά, διαθέτει, κάτοχος, ισχύει
- prensagem στα ελληνικά - πίεση, πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, το πάτημα
- prensar στα ελληνικά - πρεσάρω, πιέζω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Τυχαίες λέξεις
Prender στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδέω, κρατώ, φτιάχνω, χόνδρος, κωλυσιεργώ, αμπάρι, παρακωλύω, λίπος, αιχμαλωτίζω, χοντρός, αιχμαλωσία, κατάσχω, καταλαμβάνω, επισυνάπτω, συλλαμβάνω, σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη
Μεταφράσεις: συνδέω, κρατώ, φτιάχνω, χόνδρος, κωλυσιεργώ, αμπάρι, παρακωλύω, λίπος, αιχμαλωτίζω, χοντρός, αιχμαλωσία, κατάσχω, καταλαμβάνω, επισυνάπτω, συλλαμβάνω, σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη