Επισυνάπτω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επισυνάπτω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prender, anexo, anexar, cercar, encerrar, incluir, juntar
Επισυνάπτω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επισυνάπτω

επισυνάπτω στα γαλλικα, επισυνάπτω στα αγγλικά, επισυνάπτω σημασία, επισυνάπτω το βιογραφικό μου σημείωμα, επισυνάπτω αγγλικα, επισυνάπτω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επισυνάπτω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επιστόμιο στα πορτογαλικά - bocal, boquilha, mouthpiece, adaptador bucal
  • επιστύλιο στα πορτογαλικά - arquitrave, architrave, arquitraves, arquitrabe, viga mestra
  • επισφαλής στα πορτογαλικά - inseguro, insegura, inseguros, insegurança, inseguras
  • επισύρω στα πορτογαλικά - empate, traição, engodar, atraia, aliciar, traçar, desenhar, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισυνάπτω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prender, anexo, anexar, cercar, encerrar, incluir, juntar