Profissional στα ελληνικά

Μετάφραση: profissional, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαγγελματίας, επαγγελματικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής
Profissional στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • profeta στα ελληνικά - προφήτης, Προφήτη, του Προφήτη, προφήτου, ο προφήτης
  • profetizar στα ελληνικά - πρόγνωση, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
  • profissionalizar στα ελληνικά - προφίλ, επισκόπηση, επαγγελματοποιήσουν, επαγγελματισμό, επαγγελματικό χαρακτήρα, επαγγελματοποιήσουν τη
  • profissão στα ελληνικά - επάγγελμα, επαγγελματικός, επιχείρηση, κατάληψη, εμπόριο, επενδύω, παρατάσσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Profissional στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαγγελματίας, επαγγελματικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής