Proibir στα ελληνικά
Μετάφραση: proibir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βία, δύναμη, εξαναγκάζω, απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- programação στα ελληνικά - πρόγραμμα, προγραμματίζω, προγραμματισμός, προγραμματισμού, προγραμματισμό, τον προγραμματισμό, του προγραμματισμού
- progresso στα ελληνικά - πρόοδος, απαγορεύω, προοδεύω, πρόοδο, προόδου, την πρόοδο, εξέλιξη
- proibições στα ελληνικά - αποκλεισμός, απαγόρευση, αποκλείω, απαγορεύω, απαγορεύσεις, απαγορεύσεων, απαγορεύσεις που, ...
- projectar στα ελληνικά - σχεδιάζω, σχέδιο, πρόγραμμα, έργο, έργου, σχεδίου
Τυχαίες λέξεις
Proibir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βία, δύναμη, εξαναγκάζω, απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Μεταφράσεις: βία, δύναμη, εξαναγκάζω, απαγορεύω, απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως