Pronto στα ελληνικά
Μετάφραση: pronto, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπροσαρμόζομαι, γρήγορος, γοργός, υποκινώ, έτοιμος, υποβολέας, πανέτοιμος, ωθώ, διαμέσου, έτοιμη, έτοιμο, έτοιμοι, έτοιμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- promoção στα ελληνικά - προαγωγή, προώθηση, ανάδειξη, προβολή, προώθησης, την προώθηση
- promulgar στα ελληνικά - προφέρω, ανακοινώνω, δημοσιεύω, διαδίδω, εκδίδει, δημοσιεύσει, εκδίδει τις
- pronunciar στα ελληνικά - προφέρω, προφέρετε, προφέρεται η λέξη, προφέρει, προφέρεται
- pronunciação στα ελληνικά - πειστήριο, απόδειξη, προφορά, την προφορά, εκφώνηση, προφορά της λέξης, προφοράς
Τυχαίες λέξεις
Pronto στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπροσαρμόζομαι, γρήγορος, γοργός, υποκινώ, έτοιμος, υποβολέας, πανέτοιμος, ωθώ, διαμέσου, έτοιμη, έτοιμο, έτοιμοι, έτοιμα
Μεταφράσεις: αναπροσαρμόζομαι, γρήγορος, γοργός, υποκινώ, έτοιμος, υποβολέας, πανέτοιμος, ωθώ, διαμέσου, έτοιμη, έτοιμο, έτοιμοι, έτοιμα