Provoque στα ελληνικά

Μετάφραση: provoque, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκαλώ, αίτια, αιτίες, αιτίων, αιτιών, προκαλεί
Provoque στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • provisão στα ελληνικά - μαγαζί, παρέχω, αποθηκεύω, βάζω, απόθεμα, παροχή, προμήθεια, ...
  • provisório στα ελληνικά - δειλός, προσωρινός, δελεάζω, πρόσκαιρος, προσωρινή, προσωρινού, προσωρινό, ...
  • provável στα ελληνικά - μάλλον, αληθοφανής, εύσχημος, πιθανά, πιθανόν, πιθανός, πιθανό, ...
  • provérbio στα ελληνικά - ρήση, είδα, πριονίζω, ζεματίζω, παροιμία, έκφραση, πριόνι, ...
Τυχαίες λέξεις
Provoque στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκαλώ, αίτια, αιτίες, αιτίων, αιτιών, προκαλεί