Rural στα ελληνικά
Μετάφραση: rural, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροτικός, αγροτικής, αγροτικές, αγροτική, υπαίθρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ruminante στα ελληνικά - μηρυκαστικών, μηρυκαστικά, μηρυκαστικό, από μηρυκαστικά, των μηρυκαστικών
- ruptura στα ελληνικά - ρήγμα, παραβίαση, αθετώ, σπάζω, αντεπίθεση, διάλλειμα, παραβιάζω, ...
- russo στα ελληνικά - ρωσικός, Ρωσική, Ρωσικής, Ρωσικά, ρωσικές
- ruído στα ελληνικά - δειπνώ, φλυαρώ, σαματάς, φασαρία, ρακέτα, ντόρος, γευματίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Rural στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροτικός, αγροτικής, αγροτικές, αγροτική, υπαίθρου
Μεταφράσεις: αγροτικός, αγροτικής, αγροτικές, αγροτική, υπαίθρου