Saco στα ελληνικά
Μετάφραση: saco, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσάντα, απολύω, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sacerdotal στα ελληνικά - ιερατικός, ιερατική, ιερατικά, ιερατικής, ιερατικό
- sacerdote στα ελληνικά - μπάλωμα, παπάς, ιερεύς, ιερέας, ιερέα, παπά
- sacola στα ελληνικά - τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
- sacramento στα ελληνικά - μυστήριο, μυστηρίου, μετάληψη, ιερό μυστήριο, μυστήρια
Τυχαίες λέξεις
Saco στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσάντα, απολύω, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Μεταφράσεις: τσάντα, απολύω, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας