Subsídio στα ελληνικά
Μετάφραση: subsídio, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιχορήγηση, ουσία, επιδότηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης
Μεταφράσεις
- substituto στα ελληνικά - αναπληρώνω, αναπληρωματικός, υποκαθιστώ, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, ...
- substância στα ελληνικά - νοιάζομαι, ουσιαστικό, ύλη, ουσία, πράμα, υπόθεση, θέμα, ...
- subsídios στα ελληνικά - επιδότηση, επιχορήγηση, AIDS, βοηθήματα, του AIDS, το AIDS, ενισχύσεις που
- subterrâneo στα ελληνικά - υπογραμμίζω, υπόγειος, υπόγειο, υπόγεια, υπόγειες, του υπόγειου
Τυχαίες λέξεις
Subsídio στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιχορήγηση, ουσία, επιδότηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης
Μεταφράσεις: επιχορήγηση, ουσία, επιδότηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης