Επιχορήγηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιχορήγηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
subsidiar, subsídio, descontos, subsídios, subvenção, subvenções, ajuda
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχορήγηση
επιχορήγηση οαεδ, επιχορήγηση επιχειρήσεων να προσλάβουν ανέργους 30-66 ετών, επιχορήγηση νέων επιχειρήσεων 2014, επιχορήγηση μκο, επιχορήγηση επιχειρήσεων, επιχορήγηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιχορήγηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά - discuta, disputar, porfiar, arguir, argumentar, contender, discutir, ...
- επιχειρώ στα πορτογαλικά - abalançar, ventilador, risco, aventurar, tentativa, tentativa de, tentar, ...
- επιχορηγώ στα πορτογαλικά - outorgar, granito, deferir, subsidiar, subvencionar, subsidiam, subsidiar a, ...
- επιχρυσώνω στα πορτογαλικά - sociedade, comunidade, dourar, Gild, doura, douram, doura o
Τυχαίες λέξεις
Επιχορήγηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: subsidiar, subsídio, descontos, subsídios, subvenção, subvenções, ajuda
Μεταφράσεις: subsidiar, subsídio, descontos, subsídios, subvenção, subvenções, ajuda