Trás στα ελληνικά

Μετάφραση: trás, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έπειτα, μετά, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, back
Trás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tráfego στα ελληνικά - κυκλοφορία, δοσοληψία, κίνηση, κυκλοφορίας, της κυκλοφορίας, κίνησης
  • trágico στα ελληνικά - μονοπάτι, τραγικός, ίχνος, τραγική, τραγικό, τραγικά, τραγικές
  • três στα ελληνικά - τρία, τρεις, τριών, των τριών, τα τρία
  • tu στα ελληνικά - σας, μικρός, μολονότι, εσείς, εσύ, νέος, μπορείτε, ...
Τυχαίες λέξεις
Trás στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έπειτα, μετά, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, back