Vagão στα ελληνικά
Μετάφραση: vagão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πούλμαν, άμαξα, κούρσα, βαγόνι, προπονητής, προπονώ, εξοπλίζω, στήνω, στριγγλίζω, βροχή, κάρο, φορτάμαξας, wagon, βαγονιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vaguear στα ελληνικά - ανάγκη, τριγυρίζω, θέλω, έλλειψη, περιφέρομαι, περιπλανιέμαι, περιπλανηθείτε, ...
- vagueie στα ελληνικά - περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, βρυχώμαι, ωρύομαι, έλλειψη, θέλω, τριγυρίζω, ...
- vaiar στα ελληνικά - σκούξιμο, περιγελώ, σκούζω, χλευάζω, σαρκάζω, αποδοκιμάζω, γιούχα, ...
- vaidoso στα ελληνικά - άκαρπος, ξιπασμένος, άγονος, μάταιος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, μάταια, ...
Τυχαίες λέξεις
Vagão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πούλμαν, άμαξα, κούρσα, βαγόνι, προπονητής, προπονώ, εξοπλίζω, στήνω, στριγγλίζω, βροχή, κάρο, φορτάμαξας, wagon, βαγονιού
Μεταφράσεις: πούλμαν, άμαξα, κούρσα, βαγόνι, προπονητής, προπονώ, εξοπλίζω, στήνω, στριγγλίζω, βροχή, κάρο, φορτάμαξας, wagon, βαγονιού