Vegetariano στα ελληνικά
Μετάφραση: vegetariano, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορτοφάγος, Χορτοφαγική, χορτοφάγους, για χορτοφάγους, χορτοφαγικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vegetal στα ελληνικά - λαχανικό, εργοστάσιο, φυτό, φυτεύω, χορτοφάγος, φυτικά, λαχανικών, ...
- vegetar στα ελληνικά - φυτόζωω, αδρανώ, φυτοζωώ, φυτοζωούν, βλαστάνω
- vegetação στα ελληνικά - όχημα, βλάστηση, βλάστησης, της βλάστησης, τη βλάστηση, η βλάστηση
- veia στα ελληνικά - βελούδινος, βελούδο, φλέβα, φλέβας, πνεύμα, φλεβική, φλεβικής
Τυχαίες λέξεις
Vegetariano στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορτοφάγος, Χορτοφαγική, χορτοφάγους, για χορτοφάγους, χορτοφαγικά
Μεταφράσεις: χορτοφάγος, Χορτοφαγική, χορτοφάγους, για χορτοφάγους, χορτοφαγικά