Vulcão στα ελληνικά
Μετάφραση: vulcão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, καταιγισμός, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- votação στα ελληνικά - ψήφος, ψηφίζω, ψηφοφορία, ψήφου, ψηφοφορίας, ψήφου που, δικαίωμα ψήφου
- voto στα ελληνικά - ορκίζομαι, όρκος, ψηφίζω, ψήφος, τάζω, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ...
- vulgar στα ελληνικά - παρακρατώ, συνηθισμένος, απόθεμα, τετριμμένος, ανεπίσημος, κοινός, ξέγνοιαστος, ...
- vulnerar στα ελληνικά - χτυπώ, πονώ, βλαβερός, τραύμα, τραυματισμός, πληγώνω, τραυματίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Vulcão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, καταιγισμός, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
Μεταφράσεις: ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, καταιγισμός, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου