Ameninţare στα ελληνικά

Μετάφραση: ameninţare, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
Ameninţare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ambuscadă στα ελληνικά - παγίδα, παγιδεύω, καρτέρι, ενέδρα, ενέδρας, ενέδρες
  • amendă στα ελληνικά - πρόστιμο, αίθριος, φίνος, κύρωση, ψιλή, ποινή, προστίμου, ...
  • amestec στα ελληνικά - αναμιγνύω, μίγμα, μείγμα, μίγμα της, μίγματος, μείγματος
  • amesteca στα ελληνικά - μίγμα, αναμιγνύω, ανακατώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, ...
Τυχαίες λέξεις
Ameninţare στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος