Ameninţare στα ελληνικά
Μετάφραση: ameninţare, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
![Ameninţare στα ελληνικά Ameninţare στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ro-gr-180.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambuscadă στα ελληνικά - παγίδα, παγιδεύω, καρτέρι, ενέδρα, ενέδρας, ενέδρες
- amendă στα ελληνικά - πρόστιμο, αίθριος, φίνος, κύρωση, ψιλή, ποινή, προστίμου, ...
- amestec στα ελληνικά - αναμιγνύω, μίγμα, μείγμα, μίγμα της, μίγματος, μείγματος
- amesteca στα ελληνικά - μίγμα, αναμιγνύω, ανακατώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, ...
Τυχαίες λέξεις
Ameninţare στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
Μεταφράσεις: απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος