Benzină στα ελληνικά
Μετάφραση: benzină, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αέριο, βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beneficiu στα ελληνικά - δίχτυ, κέρδος, αποδοχές, απολαβή, ωφέλεια, απολαβές, όφελος, ...
- benevol στα ελληνικά - εθελοντικός, εθελοντική, εθελοντικές, εθελοντικής, εθελοντικών
- berbec στα ελληνικά - εμβολίζω, κριάρι, κριός, έμβολο, RAM, μνήμη RAM
- bere στα ελληνικά - μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου
Τυχαίες λέξεις
Benzină στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αέριο, βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
Μεταφράσεις: αέριο, βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη