Cleric στα ελληνικά
Μετάφραση: cleric, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανοσιολογιότατος, κληρικός, κληρικού, κληρικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cleios στα ελληνικά - κολλητικός, κολλώδης, γλοιώδης, κολλώδη, κολλώδες, κολλώδεις, αυτοκόλλητες
- cler στα ελληνικά - ιερατείο, κλήρος, κλήρου, κληρικούς, κληρικοί
- cleşte στα ελληνικά - πένσα, πένσες, λαβίδες, τανάλια, λαβίδων
- client στα ελληνικά - μουστερής, πελάτης, πελάτη, πελατών
Τυχαίες λέξεις
Cleric στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανοσιολογιότατος, κληρικός, κληρικού, κληρικό
Μεταφράσεις: πανοσιολογιότατος, κληρικός, κληρικού, κληρικό