Devreme στα ελληνικά

Μετάφραση: devreme, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νωρίς, πρώιμος, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
Devreme στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deveni στα ελληνικά - γίνομαι, αρμόζω, γίνει, να γίνει, καταστεί, γίνονται, γίνετε
  • deviză στα ελληνικά - σύνθημα, σλόγκαν, συνθήματος, το σύνθημα, σύνθημά
  • dezamăgi στα ελληνικά - απογοητεύω, απογοητεύσει, απογοητεύσουμε, απογοητεύσω, απογοητεύσουν
  • dezamăgire στα ελληνικά - απογοήτευση, απογοητεύσει, απογοητεύσουμε, απογοητευμένοι, απογοητευθεί
Τυχαίες λέξεις
Devreme στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νωρίς, πρώιμος, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές