Laur στα ελληνικά

Μετάφραση: laur, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάφνη, κόλπος, Laurel, δάφνης, δάφνινο, Λόρελ
Laur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • latitudine στα ελληνικά - γεωγραφικό πλάτος, Latitude, γεωγραφικού πλάτους, το Latitude, πλάτος
  • laud στα ελληνικά - έπαινος, εκθειάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
  • lavă στα ελληνικά - λάβα, λάβας, της λάβας, από λάβα, τη λάβα
  • laşitate στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
Τυχαίες λέξεις
Laur στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάφνη, κόλπος, Laurel, δάφνης, δάφνινο, Λόρελ