Linie στα ελληνικά
Μετάφραση: linie, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Μεταφράσεις
- lingvistic στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσολογία, γλωσσικής, γλωσσική, γλωσσικές, γλωσσικών
- lingvistică στα ελληνικά - γλωσσολογία, Γλωσσολογίας, τη γλωσσολογία, η γλωσσολογία, της γλωσσολογίας
- linişte στα ελληνικά - ήρεμος, σωπαίνω, ήσυχος, ησυχασμός, γαλήνιος, σιωπή, ακίνητος, ...
- linişti στα ελληνικά - ήρεμος, ησυχασμός, ήσυχος, νηνεμία, καθησυχάσει, καθησυχάσω, διαβεβαιώσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Linie στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Μεταφράσεις: ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά