Lumină στα ελληνικά
Μετάφραση: lumină, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτίζω, ξανθός, φωτερός, ανάβω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις
- lume στα ελληνικά - κόσμος, άνθρωποι, άνθρωπος, υφήλιος, κόσμο, κόσμου, παγκοσμίως, ...
- luminozitate στα ελληνικά - ξανθός, ανάβω, φωτερός, φωτίζω, φωτεινότητα, φωτεινότητας, τη φωτεινότητα, ...
- lumânare στα ελληνικά - κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
- lung στα ελληνικά - μακρύς, μεγάλος, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
Τυχαίες λέξεις
Lumină στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτίζω, ξανθός, φωτερός, ανάβω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις: φωτίζω, ξανθός, φωτερός, ανάβω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση