Motiv στα ελληνικά

Μετάφραση: motiv, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακίνηση, αιτιολογία, χρειάζομαι, αιτία, κίνητρο, λόγος, ανάγκη, λόγο, λόγω, λόγο αυτό, λόγος για
Motiv στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • moschee στα ελληνικά - τζαμί, τέμενος, τζαμιού, τεμένους, μουσουλμανικό τέμενος
  • mostră στα ελληνικά - δείγμα, δείγματος, του δείγματος, δειγμάτων, το δείγμα
  • motiva στα ελληνικά - παρακινώ, παρακινήσει, κίνητρα, κίνητρο, δοθούν κίνητρα, παρακινήσουν
  • motivare στα ελληνικά - παρακίνηση, κίνητρο, κίνητρα, κινήτρων, τα κίνητρα, το κίνητρο
Τυχαίες λέξεις
Motiv στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακίνηση, αιτιολογία, χρειάζομαι, αιτία, κίνητρο, λόγος, ανάγκη, λόγο, λόγω, λόγο αυτό, λόγος για