Original στα ελληνικά
Μετάφραση: original, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oribil στα ελληνικά - απαίσιος, έσχατος, τρομακτικός, φοβερός, φοβισμένος, τρομερός, φρικτός, ...
- orice στα ελληνικά - κάθε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε, τυχόν, οποιοσδήποτε
- origine στα ελληνικά - ρίζα, αρχή, καταγωγή, έναρξη, οικογένεια, γραμμή, αίμα, ...
- orizont στα ελληνικά - ορίζοντας, γραμμή ορίζοντα, ορίζοντα, στον ορίζοντα, ορίζοντα της, ορίζοντα του
Τυχαίες λέξεις
Original στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Μεταφράσεις: πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού