Pătrunzător στα ελληνικά

Μετάφραση: pătrunzător, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδιαφερόμενος, οξυδερκής, διάτρηση, τρύπημα, piercing, διάτρησης, τη διάτρηση
Pătrunzător στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pătrat στα ελληνικά - τετράγωνο, πλατεία, τετραγωνικών, τετραγωνικά, τετραγωνικό
  • pătrunjel στα ελληνικά - μαϊντανός, μαϊντανό, το μαϊντανό, μαϊντανού, τον μαϊντανό
  • pătură στα ελληνικά - καλύπτω, κουβέρτα, κάλυμμα, γενική, στρώμα, μανδύα
  • păun στα ελληνικά - παγόνι, παγώνι, παγωνιού, peacock, ταώς
Τυχαίες λέξεις
Pătrunzător στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδιαφερόμενος, οξυδερκής, διάτρηση, τρύπημα, piercing, διάτρησης, τη διάτρηση