Οξυδερκής στα ρουμανικά

Μετάφραση: οξυδερκής, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
abrupt, pătrunzător, acut, perceptiv, perceptive, perceptivă, perspicace, receptiv
Οξυδερκής στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξυδερκής

οξυδερκής συνώνυμο, οξυδερκης συνώνυμο, οξυδερκής ετυμολογία, οξυδερκής σημασια, οξυδερκής ορισμος, οξυδερκής λεξικό γλώσσας ρουμανικά, οξυδερκής στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • οξυγόνωση στα ρουμανικά - oxigenare, oxigenarea, de oxigenare, oxigenării, oxigenarii
  • οξυδέρκεια στα ρουμανικά - înțelegere, o perspectivă, o perspectiva, introspecție, insight
  • οξύ στα ρουμανικά - acid, acidului, acidul, de acid, acidă
  • οξύθυμος στα ρουμανικά - irascibil, irascibili, susceptibil, irascibilul, irascibilă
Τυχαίες λέξεις
Οξυδερκής στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: abrupt, pătrunzător, acut, perceptiv, perceptive, perceptivă, perspicace, receptiv