Plictisitor στα ελληνικά

Μετάφραση: plictisitor, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βραδύς, ανιαρός, δυσάρεστος, πληκτικός, βαρετός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές
Plictisitor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pleoapă στα ελληνικά - καπάκι, βλεφαρίδα, σκέπασμα, βλέφαρο, βλεφάρου, βλεφάρων, των βλεφάρων, ...
  • plictiseală στα ελληνικά - πλήξη, βαρεμάρα, οκνηρία, ανία, την πλήξη, πλήξης
  • plimbare στα ελληνικά - σεργιανίζω, περπατώ, σουλατσάρω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
  • plin στα ελληνικά - μεστός, ολικός, πλήρης, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, ...
Τυχαίες λέξεις
Plictisitor στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βραδύς, ανιαρός, δυσάρεστος, πληκτικός, βαρετός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές