Precedent στα ελληνικά
Μετάφραση: precedent, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προηγούμενο, προηγούμενος, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- precaut στα ελληνικά - εφεκτικός, επιφυλακτικός, προσεκτικός, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική
- precauţie στα ελληνικά - επιφύλαξη, προειδοποίηση, προειδοποιώ, περίσκεψη, προσοχή, σύνεση, προσοχής, ...
- precizie στα ελληνικά - αλήθεια, ακρίβεια, ακριβείας, ακρίβειας, την ακρίβεια, ακριβειας
- predicator στα ελληνικά - ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ
Τυχαίες λέξεις
Precedent στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προηγούμενο, προηγούμενος, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα
Μεταφράσεις: προηγούμενο, προηγούμενος, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα