Vechi στα ελληνικά

Μετάφραση: vechi, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρικος, γέρος, παλαιός, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
Vechi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vas στα ελληνικά - πλοίο, αγγείο, σκάφος, σκεύος, σκάφους, δοχείο, πλοίου
  • veac στα ελληνικά - εκατονταετηρίδα, αιώνας, αιώνα, αι
  • vecin στα ελληνικά - γείτονας, γείτονα, γείτονά, πλησίον, γειτονική
  • vedea στα ελληνικά - βλέπω, δείτε, βλέπε, βλ, δούμε
Τυχαίες λέξεις
Vechi στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρικος, γέρος, παλαιός, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά