Абонемент στα ελληνικά

Μετάφραση: абонемент, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδρομή, παραλαβή, παράδοση, εγγραφή, εγγραφής, συνδρομής, την εγγραφή
Абонемент στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абляут στα ελληνικά - ετεροποίωση
  • аболиционист στα ελληνικά - κατάργηση της θανατικής ποινής, καταργήσει τη θανατική ποινή, ρεφορμιστής, Έχει καταργηθεί, καταργήσει
  • абонент στα ελληνικά - συνδρομητής, αναγνώστης, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
  • абонировать στα ελληνικά - προσφέρω, εγγραφείτε, να εγγραφείτε, συνδρομητής, εγγραφούν, γραφτείτε
Τυχαίες λέξεις
Абонемент στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδρομή, παραλαβή, παράδοση, εγγραφή, εγγραφής, συνδρομής, την εγγραφή