Автоинспектор στα ελληνικά
Μετάφραση: автоинспектор, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοσοληψία, κυκλοφορία, αστυνόμος, αστυφύλακας, επιθεωρητής, επιθεωρητή, ελεγκτής, επιθεώρησης, ελεγκτή
Μεταφράσεις
- автожир στα ελληνικά - αυτόγυρου, αυτόγυρο
- автозавод στα ελληνικά - αυτοκίνητο, έργα, έργων, τα έργα, εργασίες, εργασιών
- автоколонна στα ελληνικά - παράλαση αυτοκινήτων, αυτοκινητοπομπή, η αυτοκινητοπομπή, αυτοκινητοπομπή του, η αυτοκινητοπομπή του
- автокормушка στα ελληνικά - Ταΐστρες, Αυτόματο Ταίσμα, Αυτόματες ταΐστρες
Τυχαίες λέξεις
Автоинспектор στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοσοληψία, κυκλοφορία, αστυνόμος, αστυφύλακας, επιθεωρητής, επιθεωρητή, ελεγκτής, επιθεώρησης, ελεγκτή
Μεταφράσεις: δοσοληψία, κυκλοφορία, αστυνόμος, αστυφύλακας, επιθεωρητής, επιθεωρητή, ελεγκτής, επιθεώρησης, ελεγκτή