Адский στα ελληνικά

Μετάφραση: адский, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σατανικός, ανυπόφορος, φοβερός, τρομερός, απαίσιος, καταχθόνιος, κολάσεων, διαβολεμένο, της κόλασης, κολασμένο
Адский στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адресовать στα ελληνικά - διεύθυνση, σκηνοθετώ, καθοδηγώ, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, ...
  • адски στα ελληνικά - απαίσια, hellishly
  • адсорбент στα ελληνικά - προσροφητικόν, προσροφητού, προσροφητικό, προσροφητικού, προσροφητικό υλικό
  • адсорбировать στα ελληνικά - προσροφά, προσροφούν, προσροφήσουν, προσροφώνται, προσροφηθεί
Τυχαίες λέξεις
Адский στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σατανικός, ανυπόφορος, φοβερός, τρομερός, απαίσιος, καταχθόνιος, κολάσεων, διαβολεμένο, της κόλασης, κολασμένο