Апертура στα ελληνικά
Μετάφραση: апертура, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπή, άνοιγμα, ανοίγματος, διάφραγμα, διαφράγματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апериодический στα ελληνικά - απεριοδικός, απεριοδικές, απεριοδικής, απεριοδικό, απεριοδικά
- аперитив στα ελληνικά - απεριτίφ, ένα απεριτίφ, aperitif, για απεριτίφ, το απεριτίφ
- апикальный στα ελληνικά - κορυφής, κορυφαία, κορυφαίο, ακραία, ακραίο
- аплодировать στα ελληνικά - χειροκροτώ, ζητωκραυγάζω, επευφημώ, κροτώ, επικροτώ, χειροκροτήσουν, επικροτήσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Апертура στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπή, άνοιγμα, ανοίγματος, διάφραγμα, διαφράγματος
Μεταφράσεις: οπή, άνοιγμα, ανοίγματος, διάφραγμα, διαφράγματος