Безвозмездно στα ελληνικά
Μετάφραση: безвозмездно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωρεάν, αυτεξούσιος, τσάμπα, χωρίς, άνευ, ελεύθερη, ελεύθερο, ελεύθερης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безвозвратный στα ελληνικά - αμετάτρεπτος, αμετάκλητος, αμετάκλητη, ανέκκλητη, αμετάκλητο, αμετάκλητης
- безвоздушный στα ελληνικά - χωρίς αέρα, airless, άνευ αέρα, ανάερο, πιστόλι
- безвозмездный στα ελληνικά - αυτεξούσιος, δωρεάν, τσάμπα, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
- безволие στα ελληνικά - έλλειψη βούλησης, έλλειψη θέλησης, έλλειψης βούλησης, η έλλειψη βούλησης, την έλλειψη βούλησης
Τυχαίες λέξεις
Безвозмездно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωρεάν, αυτεξούσιος, τσάμπα, χωρίς, άνευ, ελεύθερη, ελεύθερο, ελεύθερης
Μεταφράσεις: δωρεάν, αυτεξούσιος, τσάμπα, χωρίς, άνευ, ελεύθερη, ελεύθερο, ελεύθερης